Ένα πολύ όμορφο θρησκευτικό τραγούδι της Κύπρου, αφιερωμένο στην Παναγιά τού Κύκκου, περιγράφει, πώς η Κυρία Θεοτόκος σηκώνεται από το «θρονίν» Της και με συνοδεία αγίων Αγγέλων «επισκέπτεται» τον Υιόν Της, τον «Γιούλλην» Της, όπως λέει χαριτωμένα το παραδοσιακό αυτό άσμα. Εκείνος – ο Θεάνθρωπος – Την υποδέχεται με τιμές, Της δίνει τον «Θρόνο» Του να καθίσει και Την ρωτά για να μάθει τα νέα του κόσμου (!):
«-Μάνα μου τζαι Μητέρα μου, είντα καλά ’χ’ ο κόσμος;».
Δυστυχώς, όμως, τα νέα από τον κόσμο δεν είναι ευχάριστα:
«-Α, Γιε μου τζαι Μονογενή, πολλά κακά ’χ’ ο κόσμος».
Το χειρότερο από τα κακά του κόσμου, για το οποίο παραπονείται η Θεοτόκος, είναι η εργασία κατά την Κυριακή ημέρα και η περιφρόνηση του Εκκλησιασμού. Οι άνθρωποι, λέγει πολύ θλιμμένη, προτιμούν να σηκωθούν το πρωί τής Κυριακής, να κάνουν χίλιες-δυο ευτελείς δουλειές (όχι εργασίες· δουλειές, που κάνουν τον άνθρωπο δούλο), από το να προσέλθουν στον Εκκλησιασμό, όπου ο Δημιουργός τού κόσμου, ο Ενανθρωπήσας Λόγος του Πατρός, ο Ιησούς Χριστός προσφέρει με αγάπη το Σώμα και το Αίμα Του! Μάλιστα, η Παναγία περιγράφει με απογοήτευση αυτές τις δουλειές: Σκουπίζουν και ραντίζουν τους δρόμους (εικόνα παλιά από τις γειτονιές των παιδικών μας χρόνων…), προσβάλλοντας έτσι τον Κύριο και τη Θυσία Του.
Ο Χριστός – συνεχίζει το άσμα – οργίζεται. Ετοιμάζεται να τιμωρήσει τον ψεύτη κόσμο, όπως παλιά, όταν παρέδωσε τους Εβραίους σε Βαβυλώνια αιχμαλωσία, όσο να ξεπληρώσουν τα Σάββατα και τους σαββατισμούς, που επί αιώνες καταπατούσαν…
Όμως, ας χαρούμε το ποίημα με τους απλοϊκούς αλλ’ αγνούς ανθρωπομορφισμούς. Δυστυχώς, από την εφημερίδα δεν μπορούμε να ακούσουμε και πόσο όμορφα το τραγουδούν οι Κύπριοι.
Άμαν θελήσ’ η Δέσποινα να βκει που το θρονίν Της,
οι Αρχαγγέλοι παίρνουν Την εις τον Μονγενήν Της:
-Αννοίξετ’ εφτά ουρανοί να μπ’ η Τζυρά τού κόσμου.
Αννοίουν εφτά ουρανοί, μπαίνν’ η Τζυρά τού κόσμου.
Σαν Την θωρεί ο Γιούλλης της, επροσηκώθηκέν Της,
στον Θρόνον Του που κάθετουν, εκεί εκάθισέν Την
τζαι σαν καλήν Μητέραν Του, στέκει τζι αρώτησέν Την:
-Μάνα μου τζαι Μητέρα μου, είντα καλά ’χ’ ο κόσμος;
-Α, Γιε μου τζαι Μονογενή, πολλά κακά ’χ’ ο κόσμος:
Κυριακήν που το πρωίν σαρίζουν τζαι ραντίζουν,
πκιάννουν τα ποφουρκάλι-α τζι ομπρός μας τα βουννίζουν.
-Φέρτε μου τ’ Άϊ-Σίδερον, τρεις σκουταριές να δώσω,
τον κόσμον τον ψεματινόν να τον ανασηκώσω.
Τζαι πάλε η Κυρία μας, παλ’ εσπλαχνίστηκέν μας,
άννοιξεν τες αγκάλες της, πουπάνω σσέπασέν μας:
-Α, Γιε μου τζαι Μονογενή, πολλά καλά ’χ’ ο κόσμος:
Κυριακήν που το πρωί λαμπάδες αγοράζουν,
στην εκκλησιάν αφταίννουν τες τζαι κλαίσιν τζαι φωνάζουν,
ψάλλουν το Κύρ’ ελέησον, τζαι Σεν, τζαι μεν δοξάζουν.
Αλλά, τι σχέση μπορεί να βρει κανείς στο παραπάνω ποίημα με την Θεομητορική Εορτή της Αγίας Σκέπης, που θα εορτάσουμε αύριο, μαζί με την Εθνική μας επέτειο;
Η σχέση ευρίσκεται εδώ:
«Τζαι πάλε η Κυρία μας, παλ’ εσπλαχνίστηκέν μας,
άννοιξεν τες αγκάλες της, πουπάνω σσέπασέν μας».
Το συγκλονιστικό αυτό δίστιχο περιγράφει με λακωνικό, αλλά σαφή τρόπο, το περιεχόμενο της εορτής τής Αγίας Σκέπης τής Θεοτόκου. Ομολογείται εδώ, ότι η Παναγία είναι Κυρία τού κόσμου, είναι σπλαγχνική και επιεικής προς τον λαό του Θεού, γι’ αυτό απλώνει την πλατιά αγκαλιά Της και κλείνει μέσα τα παιδιά Της. Απλώνει το πέπλο τής αγάπης Της πάνω από όσους ομολογούν ως Σωτήρα τον Υιόν Της και τους σκεπάζει από κάθε πνευματικό και υλικό κακό. Τότε, ο Κύριος, πραγματοποιεί κάθε επιθυμία Της και γίνεται ίλεως προς την Εκκλησία Του, παρατείνοντας την υπομονή Του στις αμαρτίες του λαού. Στο τραγούδι τής Παναγιάς τού Κύκκου, σπεύδει ευθύς η Θεομήτωρ να σκεπάσει τα κακά τού κόσμου και να υπενθυμίσει τα λίγα, τα ασήμαντα καλά του· το άναμμα μιας λαμπάδας, ένα δάκρυ μετανοίας, ένα απλό και ταπεινό «Κύριε, ελέησον».
Όμως, θα επιστρέψω πάλι στο συγκλονιστικό 15σύλλαβο του κυπριακού τραγουδιού, «Τζαι πάλε η Κυρία μας, παλ’ εσπλαχνίστηκέν μας, άννοιξεν τες αγκάλες της, πουπάνω σσέπασέν μας». Ήδη, έγραψα ότι το 2στιχο αυτό ομολογεί πολλά για την Κυρία Θεοτόκο, όμως, έχει μια ακόμη αδιάψευστη ομολογία: Εκείνο το «πάλε» (= πάλι). Δυο φορές επαναλαμβάνεται με έμφαση, «πάλε η Κυρία μας, παλ’ εσπλαχνίστηκέν μας», για να μας θυμίσει, ότι δεν είναι πρώτη φορά, ούτε είναι μια και δυο οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η Παναγία έσωσε τον λαό Της, από τους μακρινούς μας βυζαντινούς χρόνους, μέχρι τους πρόσφατους τού Έπους του ’40 στα βουνά τής Αλβανίας. Αλλά, μην πάμε τόσο μακριά. Ας πεταχτούμε εδώ κοντά, μέχρι τον Ορχομενό της Βοιωτίας, να ακούσουμε από τα στόματα εκείνων που είδαν με τα μάτια τους και ακόμη ζουν και θυμούνται, πώς η Παναγία εμφανίστηκε με όραμα στον Γερμανό αξιωματικό, πώς σταμάτησε τα τανκς των Ναζί και πώς έσωσε τους κατοίκους τού Ορχομενού από ολοκαύτωμα. Ακόμη και νεότεροι, που δεν ζούσαν τότε, θυμούνται, πάντως, τον Γερμανό αξιωματικό να επισκέπτεται κάθε χρόνο τον Ορχομενό και να προσκυνά την Παναγία ώς τα τέλη της ζωής του!
Πηγή : Εφημερίδα Θεσσαλία https://e-thessalia.gr/tis-skepis-soy-parthene-anymnoymen-tas-charitas/