2024/04/30, Η πόρνη, η ποιήτρια Κασσιανή και το Τροπάριο

Μοιραστείτε το άρθρο:

Ο Όρθρος τής Μ.Τετάρτης που θα τελεστεί απόψε στους ναούς μας είναι αφιερωμένος σε ένα γεγονός στο οποίο οι Πατέρες της Εκκλησίας έδωσαν ιδιαιτέρως μεγάλη βαρύτητα. «Τη Αγία και Μεγάλη Τετάρτη, της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι πατέρες εθέσπισαν, ότι προ του σωτηρίου Πάθους μικρόν τούτο γέγονεν», θα ακούσουμε να διαβάζει ο Αναγνώστης στο Συναξάρι τής ημέρας.

Όταν ο Ιησούς ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα και έμεινε στην οικία τού Σίμωνα του λεπρού, ήρθε κοντά Του μια γυναίκα πόρνη και Του έλουσε την κεφαλή με πολύτιμο μύρο. Η πόρνη κατανόησε το συμπαθές τού Σωτήρος Χριστού προς τους αμαρτωλούς, την αγάπη και καταδεκτικότητά Του προς όλους, Τον είδε, μάλιστα, να εισέρχεται στην οικία τού λεπρού, τον οποίο ο Νόμος θεωρούσε ακάθαρτο και απαγόρευε την παρουσία του στην κοινωνία, γι’ αυτό έτρεξε και έπεσε στα πόδια Του, χύνοντας μαζί με το πολύτιμο μύρο όλη της τη μετάνοια, την ταπείνωση και την αγάπη. Το γεγονός αυτό ορίστηκε από τους Πατέρες να υπενθυμίζεται κατά την Μ. Τετάρτη για να κηρύττεται σε όλο τον κόσμο η συγκλονιστική μετάνοια και η θερμότατη πράξη εκείνης, για την οποία ο Θεάνθρωπος είπε: «Αμήν λέγω υμίν, όπου αν κηρύχθει το ευαγγέλιον τούτο εν όλω τω κόσμω, λαληθήσεται και ό εποιήσεν αύτη εις μνημόσυνον αυτής».

Σχεδόν εννέα αιώνες μετά, μια μοναχή προικισμένη με μεγάλο ποιητικό τάλαντο, η Κασσιανή, ή Κασσία, Εικασία και Ικασία (γέννηση μεταξύ 805-810 μ.Χ., κοίμηση πριν το 865) σε ένα ξεχείλισμα εμπνεύσεως και κατανύξεως, συνέθεσε το γνωστό «Τροπάριο της Κασσιανής», το «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…».

Τί γνωρίζουμε όμως για την μοναχή Κασσιανή; Τόσο μεγάλη παρανόηση υπάρχει σχετικά με την Κασσιανή εξαιτίας του Τροπαρίου της, ώστε πολλοί την ταυτίζουν με την πόρνη τού Ευαγγελίου, που αναφέραμε παραπάνω, ή με κάποια άλλη πόρνη, η οποία, συναισθανόμενη την αμαρτωλότητά της, συνέθεσε αυτό το ποίημα. Αυτά τα ανεδαφικά ακούγονται κάθε χρόνο ακόμη και από παρουσιαστές ραδιοφωνικών σταθμών ή τηλεοπτικών καναλιών -μάλιστα, και κρατικών-, οι οποίοι θεωρούν περιττό να αναζητήσουν την πραγματικότητα, αφού δεν έχουν καλή ιδέα για το κοινό, που τους παρακολουθεί.

Το πράγμα έχει ως εξής: Η Κασσιανή ήταν κόρη ευγενικής και εύπορης Βυζαντινής οικογένειας, προικισμένη με λαμπρή ομορφιά, τεράστια ευφυΐα και πλατιά καλλιέργεια ήθους και γνώσεως. Όταν ο αυτοκράτορας Θεόφιλος έφτασε σε ηλικία γάμου, η μητριά του κάλεσε στο παλάτι τις πιο επιφανείς κοπέλες, έδωσε δε στον Θεόφιλο ένα χρυσό μήλο, να το προσφέρει σ’ εκείνη που θα την ανέβαζε στον λαμπρότερο θρόνο της υφηλίου. Ο Θεόφιλος, κρατώντας το περιζήτητο μήλο, σταμάτησε μπροστά από την πανέμορφη Κασσιανή και, θέλοντας να δοκιμάσει το πνεύμα της, χαριεντίστηκε, λέγοντας: «Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα» (τα κακά πηγάζουν από τη γυναίκα), εννοώντας την Εύα. Όμως, η Κασσιανή, αποδεικνύοντας το σπινθηροβόλο πνεύμα της, απάντησε θαρρετά: «Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττονα», εννοώντας την Θεοτόκο. Η πνευματώδης απάντηση δυσαρέστησε τον Θεόφιλο. Η νέα που είχε μπροστά του είχε ευφυΐα περισσότερη απ’ όση εκείνος θα ήθελε για την σύζυγό του. Προχώρησε λίγα βήματα και προσέφερε το χρυσό μήλο στην σεμνή  και ευλαβή Θεοδώρα.

Η Κασσιανή αποχώρησε από τα κοσμικά και δεν επανήλθε πλέον σε αυτά. Έχτισε μία μονή, όπου έζησε τον υπόλοιπο βίο της προσευχόμενη. Εκεί, εξέφραζε την πίστη και την ευλάβειά της προς τον Άγιο Τριαδικό Θεό με έμμετρες και πεζές συγγραφές, αναφερόμενη συχνά στη ματαιότητα των ανθρωπίνων πραγμάτων.

 Ο Θεόφιλος, λέει η παράδοση, επισκέφτηκε κάποτε το μοναστήρι της Κασσιανής, όταν η αγία υμνογράφος συνέτασσε το περίφημο Τροπάριο, όπου περιγράφεται η μετάνοια της πόρνης γυναικός. Η ποιήτριά μας είχε φθάσει τον ύμνο στο σημείο, «ων (ποδών) εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα», όταν άκουσε κρότο πολλών βημάτων και τον θόρυβο της βασιλικής συνοδείας. Τότε, έφυγε αμέσως και «εκρύβη». Ο Θεόφιλος την αναζήτησε στο μοναστήρι χωρίς να τη βρει, μπήκε στο κελλί της, διάβασε το χειρόγραφο του Τροπαρίου της και με το χέρι του πρόσθεσε τρεις λέξεις: «Τω φόβω εκρύβη», υπονοώντας την Κασσιανή. Όταν έφυγε ο βασιλιάς η Κασσιανή είδε την βασιλική προσθήκη και την διατήρησε, γιατί ταίριαζε καλά στην αναφορική πρόταση που είχε ήδη διατυπώσει, σύμφωνα με τη μαρτυρία της Γένεσης: «Και ήκουσαν της φωνής Κυρίου τού Θεού περιπατούντος εν τω Παραδείσω το δειλινόν. Και εκρύβησαν ό τε Αδάμ και η γυνή αυτού από προσώπου Κυρίου του Θεού». Και καθεξής εξακολούθησε την ποίηση του Τροπαρίου της…

Αυτά μαρτυρεί η παράδοση για το περίφημο «Τροπάριο της Κασσιανής», όμως, δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος, για τον οποίο και σήμερα ακόμη είναι τόσο περιβόητο και αγαπητό στον κόσμο. Κατά τους Βυζαντινούς και μετα-Βυζαντινούς αιώνες το καταπληκτικό ποίημα ενέπνευσε πλήθος επωνύμων μελουργών της Ψαλτικής Τέχνης, οι οποίοι μας προσέφερεαν έξοχα δείγματα της μελοποιητικής τους δεινότητας. Καταστάλαγμα όλων αυτών των έργων είναι η αριστουργηματική μελοποίηση του Πέτρου Πελοποννησίου και Λακεδαίμονος, του Λαμπαδαρίου της Μ.Χ.Ε. (το β’ μισό τού 18ου αι.· πέθανε από λοιμό στην Κωνσταντινούπολη το 1778). Η «Κασσιανή» τού Πέτρου Λαμπαδαρίου εγράφη με βάση το «κατ’ έννοιαν μελοποιείν». Οι μελωδικές φράσεις που επέλεξε και συνταίριαξε ο μελοποιός αποδίδουν νοηματικώς και παριστούν το ποιητικό κείμενο. Αυτή η σύνθεση διέσωσε τη φήμη του Τροπαρίου ως τις μέρες μας, φήμη που δεν περιορίστηκε μόνο στους ιεροψαλτικούς και μουσικούς κύκλους, αλλά πέρασε στο λαό, στους πιστούς, που αιώνες τώρα, κάθε Μ.Τρίτη βράδυ, περιμένουν να ακούσουν από τους ψάλτες το φημισμένο «Τροπάριο της Κασσιανής».

«Υπέρ την πόρνην, Αγαθέ, ανομήσας, δακρύων όμβρους, ουδαμώς σοι προσήξα…» Ας χαρίζει και σε μας ο Κύριος μετάνοια ως της πόρνης γυναικός τού Ευαγγελίου. Αμήν.