17/11/24, Ο πρωτοψάλτης Νικόλαος Ι. Κακουλίδης και η πρότασή του για απλούστευση της Βυζαντινής Μουσικής Σημειογραφίας

Μοιραστείτε το άρθρο:

Στις 18 Οκτωβρίου 2024 πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο «Γιάννης Ρίτσος» τού Δήμου Αιγάλεω τιμητική εκδήλωση για τον αείμνηστο Πρωτοψάλτη και μουσικοδιδάσκαλο Νικόλαο Κακουλίδη, όπου μίλησαν οι μαθητές του, φιλόλογοι, Κων/νος και Γεώργιος Δάλκος, και ο συντάκτης του παρόντος άρθρου. Περὶ αυτών γράψαμε την προηγούμενη Κυριακή. Σήμερα θα αναφερθούμε στις αγωνίες και ενέργειες τού Κακουλίδη για απλούστευση της Σημειογραφίας τής Ψαλτικής Τέχνης. [Σημειογραφία -ή Παρασημαντική- λέμε το σύνολο των μουσικών σημαδιών με τα οποία γράφουμε τα μέλη των εκκλησιαστικών ύμνων.]

Τον Νικόλαο Κακουλίδη απασχολεί από νωρίς το ζήτημα τής Βυζαντινής και μετα-Βυζαντινής Σημειογραφίας. Αυτό συνάγεται από τον Πρόλογο τού βιβλίου του «Ο Ιεροψάλτης», όπου περιγράφει την ιστορική πορεία της Σημειογραφίας, τις φάσεις εξελίξεώς της και πώς έφθασε στην σημερινή της μορφή, από το 1814 και έπειτα.

Ως άριστος μουσικοδιδάσκαλος χειρίζεται άψογα το ισχύον Σύστημα της Νέας Μεθόδου, το οποίο και διδάσκει στους μαθητές του, όμως, κάτι τον απασχολεί. Ως ανήσυχο πνεύμα, ανακαλύπτει τις αδυναμίες τής Ψαλτικής και την οδυνηρή διάσταση μεταξύ Θεωρίας και Πράξεως. Διαβλέπει το πρόβλημα πριν από την ηλικία των 30 ετών και αγωνιά για την ζημία που προκαλεί στην Ψαλτική και στους μαθητευόμενους ψάλτες, με συνέπεια διαρροές μαθητών και απώλεια έμψυχου υλικού.

Στο Ιστορικό Αρχείο τής Συνόδου τής Ελλαδικής Εκκλησίας διασώζεται Φάκελος Κακουλίδου, όπου φυλάσσεται αλληλογραφία τού μουσικοδιδασκάλου με την Δ.Ι.Σ.. Ο Κακουλίδης εκθέτει στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Σπυρίδωνα Βλάχο σκέψεις και αγωνίες του για την Ψαλτική και πρόταση για απλούστευση τής Σημειογραφία της. Δυστυχώς, η επιστολή του Κακουλίδη, αποσταλείσα στις 15 Φεβρουαρίου 1952, δεν σώζεται· με ημερομηνία 18 Μαρτίου 1952 υπάρχει απαντητική επιστολή τού τότε Πρωτοσυγκέλλου τής Αρχιεπισκοπής Αθηνών, μετέπειτα Μητροπολίτου Σερβίων και Κοζάνης, Διονυσίου Ψαριανού. Με σύντομο, λιτό και ευγενικό τρόπο ο Διονύσιος απαντά στον Κακουλίδη, ο οποίος τότε είναι Πρωτοψάλτης τού Αγίου Νικολάου Καβάλας. Ο Διονύσιος απαντά εντός μηνός, αλλ’ όχι επί της ουσίας. Με τρόπο διπλωματικό καλεί τον Νικόλαο «να τα πούνε από κοντά», άν ποτε κατεβεί στην Αθήνα. [Το 1952 ο Κακουλίδης είναι μόλις 32 ετών.]

Στον Φάκελο Κακουλίδου υπάρχει σιωπή από το 1952 ως 17.10.1961. Τότε, ο Νικόλαος αποστέλλει στη Σύνοδο ένα περισπούδαστο πεντασέλιδο υπόμνημα, που όμως φέρει ημερομηνία πρωτοκολλήσεως 22 Φεβρουαρίου 1962, τέσσαρες μήνες αργότερα. Ήδη ο Νικόλαος ζει στην Αθήνα και υπογράφει ως Πρωτοψάλτης τού Ιερού Ναού Εσταυρωμένου Αιγάλεω.

Πώς άργησε 4 μήνες η πρωτοκόλληση τής επιστολής; Ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος Β΄ Παναγιωτόπουλος (1957-1962) απεβίωσε από γρίπη στις 8 Ιανουαρίου 1962· δεν πρόλαβε να διαχειρισθεί το ζήτημα. Τον διεδέχθη για μόλις 12 ημέρες ο Ιάκωβος Γ΄ Βαβανάτσιος· ούτε εκείνος πρόλαβε να ασχοληθεί με τον Κακουλίδη. Τον Ιάκωβο διεδέχθη ο Χρυσόστομος Β΄ Χατζησταύρου στις 14 Φεβρουαρίου 1962, επί της Αρχιεπισκοπείας τού οποίου πρωτεκολλήθη το υπόμνημα. Ήταν μια ταραγμένη περίοδος για την Αρχιεπισκοπή Αθηνών.

Η τύχη του υπομνήματος υπήρξε χειρότερη τής καθυστερημένης πρωτοκολλήσεώς του. Από της 22ας Φεβρουαρίου 1962 παραμένει σε εκκρεμότητα επί μία πενταετία. Μόλις την 8η Μαρτίου 1967 η Δ.Ι.Σ. με Προεδρεύοντα τον Πατρών Κωνσταντίνο συζητά περί του υπομνήματος Κακουλίδη και λαμβάνει απόφαση να το προωθήση -πάλι- στον Διονύσιο Ψαριανό, ο οποίος, εν τω μεταξύ, είχε εκλεγεί Μητροπολίτης Κοζάνης. Η Σύνοδος παραγγέλλει στον Διονύσιο: «Παρακαλούμεν όπως εν τη αρμοδιότητι υμών, ως ασχολουμένων περί την Βυζαντινήν Μουσικήν, μετά μελέτην γνωρίσητε ημίν εν εκθέσει τας υμετέρας απόψεις.» Γιατί στον Διονύσιο; Ήταν γνωστά τα μουσικολογικά ενδιαφέροντα τού ανδρός, που υπήρξε ιδρυτής και πρώτος Διευθυντής του Ιδρύματος Βυζαντινής Μουσικολογίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος.

[Για την ιστορία, ο Χρυσόστομος Β΄ εξεδιώχθη επισήμως από τον Θρόνο των Αθηνών στις 11 Μαΐου 1967, προκαλεί, όμως, περιέργεια το γεγονός ότι στην Συνεδρίαση τής 8ης Μαρτίου περί του Κακουλίδη ο Χρυσόστομος δεν συμμετέχει. Στις 14 Μαΐου 1967, εξελέγη Αρχιεπίσκοπος από την αριστίνδην Σύνοδο ο Ιερώνυμος Α  Κοτσώνης.]

Ο Κοζάνης Διονύσιος παρέλαβε τον Φάκελο, μελέτησε το υπόμνημα τού Πρωτοψάλτου και απάντησε εγγράφως στην Σύνοδο στις 20 Ιουλίου 1967. Το κείμενό του έχει επιστημονικό ύφος. Τα επιχειρήματά του αποδεικνύουν βάθος μουσικολογικής καταρτίσεως. Απαντά στα επιχειρήματα τού Κακουλίδη για απλούστευση τής Ψαλτικής Σημειογραφίας με σαφή και επιστημονικό τρόπο, εν τέλει δε η κρίση του είναι ευθέως απορριπτική. Χαρακτηρίζει τον Νικόλαο γνωστό και καλό Ιεροψάλτη, αλλ’ αναρμόδιο να ασχοληθεί με θέματα Σημειογραφίας της Ψαλτικής, περί των οποίων, σημειώνει, ασχολούνται σπουδαίοι βυζαντινομουσικολόγοι ερευνητές ανά τον κόσμο.

Η τοποθέτηση τού Διονυσίου αδικεί τον Κακουλίδη, διότι οι δύο άνδρες δεν κατάφεραν ποτέ να ανταμώσουν και να γνωριστούν καλά. Όταν ο Κακουλίδης ήρθε από την Καβάλα στην Αθήνα για μόνιμη εγκατάσταση (Σεπτέμβριος ’57) ο Διονύσιος εξελέγη Μητροπολίτης Κοζάνης (19 Νοεμβρίου 1957) και έφυγε από την Αθήνα. Αν κατά το δίμηνο που μεσολάβησε είχαν συναντηθεί, ο Διονύσιος θα είχε αντιληφθεί ότι ενώπιόν του στεκόταν ένας ερευνητής, ένα ανήσυχο πνεύμα με πολλές και βαθιές για την εποχή του βυζαντινομουσικολογικές γνώσεις.

Στον Κακουλίδη εστάλη εκ της Συνόδου απαντητικό έγγραφο (13.3.1968), το οποίο υπογράφει ως Αρχιεπίσκοπος ο Ιερώνυμος Α΄ Κοτσώνης, αναπληρούμενος υπό τού Πατρών Κωνσταντίνου (με κοινοποίηση στον Κοζάνης Διονύσιο). Η Σύνοδος, «απαντώντας εις την από 17.10.1961 αναφοράν περί σχεδίου απλοποιήσεως της Παρασημαντικής εν τη Εκκλησιαστική ημών Μουσική», έλαβε υπ’ όψιν την εισηγητική έκθεση τού Διονυσίου, «όπως μη αποδεχθή το επινοηθέν σύστημα…, εμμένουσα εις την κατά παράδοσιν ορθογραφίαν της Βυζαντινής μουσικής γραφής».

Ας σημειωθεί, ότι η Σύνοδος απευθύνεται στον Κακουλίδη ως Πρωτοψάλτη Αγίας Βαρβάρας Πατησίων, όμως εκείνος έφυγε για την Αμερική το 1967. Δεν είναι γνωστό, αν ο Κακουλίδης έλαβε ποτέ το έγγραφο της Συνόδου.